Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

Συγκινητικό αφιέρωμα στις τελευταίες μέρες του εκλιπόντα γιου του Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Τζέιμς είχε το σάιτ του Ισπανικού Vanity Fair

Το άρθρο - αφιέρωμα από τον δημοσιογράφο David Sheff συνοδεύεται και από εξαιρετικές, σπάνιες φωτογραφίες

O Robert Redford βίωσε τη χρονιά που τελειώνει σε λίγο μία μεγάλη οικογενειακή τραγωδία. Στις 16 Οκτωβρίου 2020 ο αγαπημένος του γιος, Τζέιμς Ρέντφορντ, γεννημένος το 1962 έφυγε από τη ζωή χτυπημένος από καρκίνο αφήνοντας απαρηγόρητους τόσο τον ίδιο τον σπουδαίο ηθοποιό, σκηνοθέτη & παραγωγό πατέρα του όσο και την επί 32 χρόνια σύζυγο του, Kyle και τα δύο τους παιδιά, τον Ντίλαν που έχει γεννηθεί το 1991 και τη Λένα που έχει γεννηθεί το 1994.


 

Η φωτ. είναι Getty images από την ανάρτηση του  www.revistavanityfair.es

Η publicist του Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Cindi Berger, την ημέρα γνωστοποίησης του άσχημου μαντάτου εκ μέρους του ηθοποιού δήλωσε: «ο πόνος και το πένθος είναι απροσμέτρητα όταν χάνεις ένα παιδί σου».

Στο σάιτ του revistavanityfair.es αναρτήθηκε πριν λίγο καιρό ένα εξαιρετικό άρθρο του David Sheff με σπάνιο μάλιστα φωτογραφικό υλικό όπως μία υπέροχη φωτογραφία του νεαρού μπαμπά Ρόμπερτ Ρέντφορντ στην Μάλαγα της Ισπανίας στα μέσα του ’60 μαζί με τα μικρά παιδιά του, την πρωτότοκη Σώνα (γεννημένη το 1960) και τον Τζέιμς. 


 

Ο τίτλος του άρθρου είναι «Οι τελευταίες ημέρες του ντοκιμαντερίστα Τζέιμς Ρέντφορντ, γιου του Ρόμπερτ». Όπως διαβάσαμε στο πραγματικά εξαιρετικό άρθρο, ο Τζέιμς Ρέντφορντ στο κολέγιο είχε διασκευάσει την «Ιλιάδα» του Ομήρου σε μιούζικαλ. Ο εκλιπών είχε σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο του Colorado στο Boulder και κατόπιν στο πανεπιστήμιο του Northwestern, αγγλική φιλολογία και δημιουργική γραφή & κινηματογραφικό σενάριο.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ του είχε πάντα αδυναμία λόγω και των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε από νεαρή ηλικία. Ο Τζέιμς είχε γεννηθεί πρόωρα ενώ την περίοδο που ήταν φοιτητής ξεκίνησαν τα πρώτα προβλήματα με το συκώτι του. Το 1993 είχε υποβληθεί σε διπλή μεταμόσχευση και έκτοτε η υγεία του και η ζωή του κυλούσαν φυσιολογικά έως πέρυσι που του χτύπησε την πόρτα ο καρκίνος.

Στο ερχόμενο Φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου του Σάντανς στη Γιούτα (τέλη Ιανουαρίου 2021) πρόκειται να προβληθεί η τελευταία ταινία σε σκηνοθεσία του Τζέιμς Ρέντφορντ, ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο “Amy Tan: Unintended Memoir”.

Επιμέλεια: Τ. ΜΑΡΤΑΤΟΣ - Μέλος ΕΣΗΕΠΗΝ

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

Τα Χριστούγεννα του 1973, πριν από 47 χρόνια είχε κάνει πρεμιέρα το θρυλικό φιλμ "Το Κεντρί" που στην πορεία σάρωσε τα ταμεία και κέρδισε 7 βραβεία Όσκαρ

Το "Κεντρί - The Sting" που εκτυλίσσεται στο Σικάγο του 1936 ξαναέσμιξε 4 χρόνια μετά το γουέστερν "Οι Δύο Ληστές", τους Πολ Νιούμαν και Ρόμπερτ Ρέντφορντ 

Μία από τις πιο επιτυχημένες Χριστουγεννιάτικες πρεμιέρες όλων των εποχών θεωρείται το Οσκαρικό «The Sting To Κεντρί» του αξέχαστου Τζορτζ Ρόι Χιλ που είχε βγει στις κινηματογραφικές αίθουσες της Βορείου Αμερικής ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1973 και στην πορεία κατάφερε να γίνει μία πολύ μεγάλη εμπορική επιτυχία φτάνοντας σε εισπράξεις τα σχεδόν 160 εκατομμύρια δολάρια ενώ προτάθηκε και για 10 βραβεία Όσκαρ κερδίζοντας στην 46η απονομή τα 7, ανάμεσα τους της καλύτερης ταινίας, της σκηνοθεσίας, του μοντάζ και του καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου. Για το Όσκαρ α’ ανδρικού ρόλου είχε προταθεί και ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ ερμηνεύοντας τον χαριτωμένο «λωποδύτη» Johnny Hooker


 

Η συγκεκριμένη ταινία από τις πλέον αγαπημένες πολλών σινεφίλ που εκείνη τη χρονιά στα Όσκαρ υποσκέλισε τον «Εξορκιστή», το φιλμ τρόμου και μεταφυσικής σε σκηνοθεσία Γουίλιαμ Φρίντκιν που επίσης έγραψε ιστορία, έχει προβληθεί πολλές φορές στην τηλεόραση, έχει έναν πολύ υψηλό μέσο όρο στο rotten tomatoes (94%) ενώ πέρα από το χιούμορ της, την αρτιότητα της παραγωγής, το σκηνικό του Σικάγο του 1936 και την μαεστρία του συνθέτη Μάρβιν Χάμλις που διασκεύασε μοναδικά τις μελωδίες του Scott Joplin κάνοντας τες διαχρονική μόδα, είχε το βασικό ατού ότι ξαναέσμιξε επί της μεγάλης οθόνης τους δύο αστέρες του Αμερικανικού κινηματογράφου, τον Paul Newman και τον Robert Redford. Οι δυο τους περίπου 4 χρόνια πιο πριν είχαν ενθουσιάσει ερμηνεύοντας στους «Δύο Ληστές – Butch Cassidy and the Sundance Kid» επίσης του Τζορτζ Ρόι Χιλ, τους θρυλικούς παράνομους της Αμερικάνικης άγριας Δύσης. 

Με εκείνο το φιλμ του ’69 καθιερώθηκε ο Ρέντφορντ και στο «Κεντρί» είναι γεγονός πως έχει τον μεγαλύτερο ρόλο αλλά και ο γαλανομάτης Πολ Νιούμαν είναι εξαιρετικός στο ρόλο του επίσης «απατεώνα» Henry Gondorff που θα αναλάβει να «διδάξει» τον πιο άπειρο και λίγο αφελή Τζόνι Χούκερ προκειμένου να στήσουν την ιδανική παγίδα και να εξαπατήσουν το μεγαλοαφεντικό των γκάνγκστερ του Σικάγο, Doyle Lonnegan, ένα ρόλο που υποδύθηκε ο Robert Shaw


 

Η ταινία «Το Κεντρί» διακρίθηκε και για το συνολικό της καστ (παίζουν από τον Τσαρλς Ντέρνιγκ, τον τον Ρόμπερτ Ερλ Τζόουνς και την Ειλίν Μπρέναν έως την Ελληνικής καταγωγής Δήμητρα Άρλις και τους Ray Walston, Harold Gould και Charles Dierkop). 


 

Το σενάριο ήταν του David S. Ward κι όπως διαβάσαμε στην Wikipedia, η όλη ιστορία είναι εμπνευσμένη από τους αληθινούς απατεώνες, τουs αδελφούς Fred και Charley Gondorff, την ιστορία των οποίων έγραψε ο David Maurer στο βιβλίο του που εκδόθηκε το 1940 με τίτλο «The Big Con: The Story of the Confidence Man».

Η μελωδία "The Entertainer" του Scott Joplin Gondorff που «διατρέχει» την ταινία έχει μείνει 47 χρόνια τώρα από τις πλέον γνώριμες στον κόσμο.


 

Τέλος το «Κεντρί» συγκαταλέγεται στις σπουδαιότερες ταινίες όλων των εποχών και συνάμα στις πιο διασκεδαστικές ενώ έχει επιλεγεί από την Εθνική Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως "μία ταινία που ξεχωρίζει πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά".

Eπιμέλεια: Τ. ΜΑΡΤΑΤΟΣ – Μέλος ΕΣΗΕΠΗΝ

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Κύλησαν 35 χρόνια από την πρεμιέρα του Οσκαρικού "Πέρα από την Αφρική" στη Βόρειο Αμερική

Στην Ελλάδα η εξωτική, ρομαντική ταινία με την Μέριλ Στριπ και τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ ήρθε στις 27 Μαρτίου 1986 και στην Πάτρα προβλήθηκε στο Ελίτ της Αγ. Νικολάου

Ήταν 20 Δεκεμβρίου του 1985, πριν από 35 χρόνια όταν έκανε την πρεμιέρα της σε ευρύ κύκλωμα αιθουσών στις ΗΠΑ και τον Καναδά η ταινία του Sydney Pollack Out of Africa – Πέρα από την Αφρική” που βασίστηκε στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα της Δανέζας Κάρεν Μπλίξεν (1885-1962), το οποίο πρωτοεκδόθηκε το 1937.

Όσοι δεν το έχουν διαβάσει και θέλουν να το ανακαλύψουν, κυκλοφορεί και σε μία οικονομική, νέα έκδοση pocket, σε μετάφραση της Έφης Φρυδά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.


 

Η επαναστάτρια αριστοκράτις Κάρεν Μπλίξεν εν έτει 1913 έρχεται στην Κένυα φρεσκοπαντρεμένη με τον εξάδελφο της βαρόνο Μπρορ Μπλίξεν και αποφασίζει στη φάρμα της στους λόφους Νγκονγκ, κοντά στο Ναιρόμπι να στήσει μία φυτεία καφέ. Για το διάστημα των 18 ετών, έως το 1931 που θα παραμείνει στην εξωτική και αποικιοκρατούμενη Κένυα η Κάρεν Μπλίξεν θα έχει στη δούλεψη της τους ντόπιους ιθαγενείς της φυλής Κικούγιου ενώ πιστός της υπηρέτης ήταν ο περήφανος Σομαλός Φαράχ.

Ο γάμος της θα διαλυθεί και η ίδια θα ερωτευτεί τις ανοιχτές πεδιάδες, τη σαβάνα και τα σαφάρι της Αφρικής όπως και τους ανθρώπους της και θα έρθει κοντά με τον Βρετανό λάτρη του κυνηγιού Ντένις Φιντς Χάτον, με τον οποίο και θα ζήσει ένα θερμό ειδύλλιο, κάτι που τονίστηκε ιδιαίτερα στην ταινία του αξέχαστου Πόλακ που γυρίστηκε το 1984 σε παραγωγή της Universal, ωστόσο στο βιβλίο οι περιγραφές της Μπλίξεν για τον Ντένις είναι πιο συγκρατημένες, αν και τρυφερές με αποκορύφωμα την συγκινητική της αναφορά στο πανοραμικό σημείο όπου ετάφη ο Ντένις κι όπου όπως είχε ακούσει η Μπλίξεν, συχνά ξάπλωναν επάνω λιοντάρια.

Η Κάρεν Μπλίξεν που καθιερώθηκε ως συγγραφέας κι όταν ταξίδεψε στις ΗΠΑ στα τέλη του ’50 της επιφύλαξαν υποδοχή σταρ, φωτίζει μέσα από την αφήγηση της που ξεκινά με την κλασική πλέον ατάκα «I had a farm in Africa, στους πρόποδες των λόφων Νγκονγκ», γεγονότα και τόπους όπως τις αχανείς Αφρικανικές εκτάσεις και τις παράξενες φυλές που τις κατοικούν και τις συνήθειες τους, όπως οι άγριοι Μασάι. Μιλά και δεν κουράζει εξάπτοντας αντίθετα τη φαντασία του αναγνώστη, για τα σαφάρι λιονταριών που η ίδια επιχειρούσε μαζί με τον Ντένις (το κυνήγι των λιονταριών γινόταν και τις νυχτερινές ώρες), για το μεγάλωμα και την απελευθέρωση μίας νεαρής αντιλόπης αλλά και για ένα ατύχημα με όπλο μεταξύ των ιθαγενών κολίγων του αγροκτήματος της και τις συνέπειες του. 


 

Πνεύμα αντισυμβατικό και ελεύθερο η Μπλίξεν κατάφερε να δώσει ένα απολαυστικό πορτρέτο ενός χαμένου παραδείσου, όπως σημειώνεται στον πρόλογο του βιβλίου των εκδόσεων Μεταίχμιο.

Το σπίτι της Μπλίξεν περίπου 30 χιλιόμετρα έξω από το Ναιρόμπι έχει σήμερα μετατραπεί σε μουσείο και βασικό αξιοθέατο για τους τουρίστες. Βλέπετε η μεγάλη επιτυχία της κινηματογραφικής ταινίας του Σίντνει Πόλακ με την Μέριλ Στριπ ως Μπλίξεν και τον γόη Ρόμπερτ Ρέντφορντ ως Ντένις Φιντς Χάτον, ενίσχυσαν και απογείωσαν τον «μύθο» και την ομορφιά της Κένυας και της Αφρικής.

Η περίφημη σκηνή όπου ο Ντένις πετά μαζί με την Κάρεν, με το μικρό αεροπλάνο του πάνω από τις Αφρικανικές εκτάσεις με τις αντιλόπες, τις ζέβρες, τις καμηλοπαρδάλεις να τρέχουν και τα φλαμίνγκο πάνω στο νερό, υπό τους ήχους της θεσπέσιας μουσικής του Βρετανού Τζον Μπάρι, αποτελεί ίσως την ωραιότερη σκηνή του φιλμ και από τις πιο ρομαντικές του Αμερικάνικου σινεμά.


 

Η Μέριλ Στριπ υποσκέλισε για το ρόλο ηθοποιούς όπως η Τζούλι Κρίστι και η Τζέιν Σέιμουρ που μάλιστα είχε κάνει και screen test με τον Ρέντφορντ. Η Στριπ στα 36 της χρόνια τότε προτάθηκε για το Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου (είχε συζητηθεί πολύ η ιδιαίτερη Δανέζικη προφορά που υιοθέτησε για το ρόλο) ωστόσο έχασε από την βετεράνο Τζέραλντιν Πέιτζ (Το Ταξίδι στο Μπάουντιφουλ).

Ο 48χρονος τότε Ρέντφορντ, στην κορυφή της ζηλευτής καριέρας του, είχε θελήσει να παίξει τον Ντένις με αγγλική προφορά αλλά τον σταμάτησε ο Πόλακ (μαζί έκαναν συνολικά 7 φιλμ) θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο θα αποπροσανατόλιζε το κοινό. Ορισμένοι κριτικοί τότε ήσαν αυστηροί με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ σε αντίθεση με το κοινό (γυναικείο και ανδρικό) που αγάπησε την ταινία έστω κι αν σε διάρκεια ξεπερνούσε τις δυόμιση ώρες.

Υπάρχουν διηγήσεις Πατρινών σινεφίλ που θυμούνται να βλέπουν την ταινία από τις πρώτες σειρές καθισμάτων του κατάμεστου σινέ Ελίτ της Αγ. Νικολάου.

Η ταινία στην Ελλάδα είχε κάνει πρεμιέρα στις 27 Μαρτίου 1986 και είχε παιχθεί για πολύ καιρό (μήνες). Είχε προταθεί για 11 βραβεία Όσκαρ (ο Ρέντφορντ δεν είχε τελικά προταθεί ενώ είχε πει πως ο Σίντνει Πόλακ αντιμετώπισε το ρόλο του Ντένις και τον τρόπο που ήθελε να τον υποδυθεί ο ίδιος ο ηθοποιός, ως «σύμβολο») και κέρδισε τα 7 την βραδιά της απονομής. Πιο συγκεκριμένα το «Πέρα από την Αφρική» τιμήθηκε με τα Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, διασκευασμένου σεναρίου για τον εκλιπόντα Κουρτ Λούντκε, φωτογραφίας – Ντέιβιντ Γουότκιν, Ήχου, μουσικής για το μουσικό σκορ του Τζον Μπάρι και σκηνικών. Οι Στίβεν Γκράιμς και Τζόσι Μακ Άβιν έχτισαν στην κυριολεξία μία πανομοιότυπη κατοικία της Μπλίξεν στην Κένυα.

 Έχασε μάλλον άδικα το Όσκαρ κοστουμιών η Μιλένα Κανονέρο καθώς έγινε μόδα το στυλ σαφάρι (Σαφάρι είχε ονομάσει στις αρχές του ’90 ένα άρωμα του ο Ralph Lauren) ενώ από τους ηθοποιούς εκτός της Στριπ που είχε αρκετή «χημεία» με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ (πέρασαν πολύ όμορφα στα γυρίσματα και στο βιβλίο Queen Meryl, η ηθοποιός παραδέχτηκε ότι απ’ όλους τους παρτενέρ της στο σινεμά ο Ρέντφορντ φιλούσε καλύτερα), προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερου β’ ανδρικού ρόλου, o 77χρονος σήμερα Αυστριακός στην καταγωγή ηθοποιός Κλάους Μαρία Μπραντάουερ του «Μεφίστο», που υποδύθηκε τον βαρόνο Μπρορ Μπλίξεν.


 

Τον Φαράχ είχε ερμηνεύσει ο Malick Bowens ενώ ένα σύντομο πέρασμα είχε κάνει και το γνωστό μοντέλο από την Σομαλία, Ιμάν.

Το «Out of Africa» σάρωσε σε εισπράξεις αγγίζοντας τα 228 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Από τα περίεργα της μεγάλης αυτής παραγωγής ήταν πως ο Πόλακ λόγω της νομοθεσίας της Κένυας για τα άγρια ζώα, είχε αναγκαστεί να φέρει ειδικά εκπαιδευμένα λιοντάρια από την Καλιφόρνια των ΗΠΑ. Δεν είχαν λείψει και οι αντιδράσεις για το βλέμμα του βιβλίου και της ταινίας στο θέμα της αποικιοκρατίας και τον τρόπο που η Μπλίξεν φερόταν στους ιθαγενείς του αγροκτήματος της που αποκαλούσε κτητικά αλλά στην πραγματικότητα πολύ ανθρώπινα και τρυφερά ως «οι Κικούγιου μου».


 

Από τις επίσης ξεχωριστές σκηνές της ταινίας που λάτρεψαν ιδίως οι γυναίκες ήταν εκεί που ο Ντένις –Ρέντφορντ βοηθά την Κάρεν-Μέριλ Στριπ να ξεμπλέξει τα μαλλιά της, λούζοντας την.

Η Μέριλ Στριπ φρέσκια από την Οσκαρική επιτυχία της με τα φιλμ «Κράμερ εναντίον Κράμερ» (1980) και «Η Εκλογή της Σόφι» (1983), είχε πάρει στο Ναιρόμπι και τη μητέρα της και μπόρεσε να απολαύσει τον χρόνο της εκτός γυρισμάτων, ανακαλύπτοντας την Κένυα και τα γύρω αξιοθέατα σε αντίθεση με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ που δεν μπορούσε στην κυριολεξία να βγει έξω. «Ήταν τόσο διάσημος», είχε σχολιάσει με νόημα η Μέριλ Στριπ.


 

Η αλήθεια είναι ότι εκείνη την περίοδο ο Ρέντφορντ είχε στο μυαλό του και το Sundance στη Γιούτα όπου το ομώνυμο Φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου (δημιούργημα του) έμελλε να ξεκινήσει την ίδια χρονιά το 1985. 

Επιμέλεια κειμένου: Τ. ΜΑΡΤΑΤΟΣ - Μέλος ΕΣΗΕΠΗΝ

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2020

Ο αγαπητός Αμερικανός σταρ του κινηματογράφου Ρόμπερτ Ρέντφορντ αποφάσισε να πουλήσει το θέρετρο του Sundance στη Γιούτα

Η είδηση που έγινε γνωστή πριν λίγες μέρες προξένησε έκπληξη - Το πανέμορφο καταφύγιο στα βουνά της Γιούτα έχει ιστορία 50 και πλέον χρόνων

Έκπληξη προξένησε μόλις δημοσιοποιήθηκε, η είδηση ότι ο 84χρονος Αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης και μάχιμος οικολόγος Robert Redford αποφάσισε να πουλήσει το Sundance Mountain Resort στη Γιούτα σε 2 εταιρείες που σύμφωνα με ξένα ρεπορτάζ είναι οι Broadreach Capital Partners και Cedar Capital Partners. 


 

Ο αγαπητός ηθοποιός και θρύλος του κινηματογράφου Robert Redford έχει ως γνωστόν ως «ορμητήριο» του το περίφημο πια Sundance – Σάντανς στις χιονισμένες πλαγιές των Mount Timpanogos, όπου είχε πρωταγοράσει λίγα εκτάρια γης στις αρχές του ’60 και μετά την τεράστια επιτυχία της ταινίας «Οι Δύο Ληστές – Butch Cassidy & the Sundance Kid» του Τζορτζ Ρόι Χιλ όπου έπαιζε με τον αξέχαστο Πολ Νιούμαν, προχώρησε στην αγορά κι άλλης γης φτιάχνοντας εκεί όχι μόνο το σπίτι του αλλά και στην πορεία το Sundance Mountain Resort, εδώ και σχεδόν 50 χρόνια, το οποίο είχε χαρακτηριστεί από τα πιο ξεχωριστά και ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής και πολυτέλειας χιονοδρομικά resort.

Από τα πιο αγαπημένα στέκια εκεί είναι το ρεστωράν «Tree Room» που φτιάχτηκε γύρω από τον κορμό ενός γέρικου πεύκου. Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ που στα βουνά της Γιούτα είχε γυρίσει και το γουέστερν «Τζερεμάια Τζόνσον» σε σκηνοθεσία του καλού του φίλου Σίντνει Πόλακ το 1972, στην πορεία οργάνωσε το resort - θέρετρο με πίστες χιονοδρομίας, με ξύλινα σαλέ που έφτασαν σε αριθμό τα 95 ενώ ακόμα από τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα οργάνωσε και το Ινστιτούτο Σάντανς και από το 1985 το Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου του Σάντανς που έφτασε να θεωρείται το σημαντικότερο σινε-Φεστιβάλ των ΗΠΑ αναδεικνύοντας πολλά ταλέντα νεότερων σκηνοθετών και σεναριογράφων. 

 


Η φωτ. είναι από τη σελίδα στο facebook του sundance resort.

“Ως υπεύθυνος αυτού του μοναδικού τόπου, ήταν πάντα όραμα μου, το Sundance Mountain Resort να αποτελούσε ένα μέρος όπου η τέχνη, η φύση και η δημιουργία θα συνδυάζονταν με σκοπό να ομορφύνουμε τον κόσμο μας και να τον κάνουμε καλύτερο, τώρα και στο μέλλον”, δήλωσε ο Redford, ο οποίος να θυμίσουμε πως το 2018 προέβη στην πώληση του εξοχικού του σπιτιού στη Napa Valley στην Καλιφόρνια. Πριν περίπου 2 μήνες δυστυχώς ο σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης βίωσε μία μεγάλη τραγωδία χάνοντας το γιο του, Τζέιμς, σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ σε ηλικία 58 ετών.

Mάλιστα στο πρόγραμμα του ερχόμενου Φεστιβάλ του Σάντανς που λόγω των συνθηκών της πανδημίας του covid-19 θα είναι πιο σύντομο και θα γίνει από τις 28 Ιανουαρίου έως τις 3 Φεβρουαρίου 2021, διαδικτυακά στο μεγαλύτερο του μέρος, περιλαμβάνεται μεταξύ των 72 ταινιών που θα προβληθούν και η τελευταία ταινία που πρόλαβε να κάνει ο Τζέιμς Ρέντφορντ, με τίτλο «Amy Tan: Unintended Memoir» (ένα ντοκιμαντέρ για την συγγραφέα Amy Tan).

Όπως γράφτηκε σε σάιτ όπως το forbes.com, η πώληση του Sundance Resort δεν αποφασίστηκε την τελευταία στιγμή αλλά είναι το αποτέλεσμα ενός στρατηγικού σχεδίου και ετοιμαζόταν καιρό με στόχο το σεβασμό και διατήρηση της κληρονομιάς και του καλού ονόματος που αφήνει ο Redford στην περιοχή. Το συνολικής έκτασης των 2,600-acre resort περιλαμβάνει 1,845 acres – εκτάρια γης που θεωρείται προστατευμένη.  Μάλιστα μαζί με την ανακοίνωση της πώλησης που δημοσιοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο 12/12, ο Redford και η οικογένεια του σε συνεργασία με την Utah Open Lands θα κρατήσουν 300 εκτάρια γης φυσικού κάλλους με ποτάμια, άγρια ζώα όπως λύκους, κ.α. υπό μόνιμη προστασία και έλεγχο. 


 

Η φωτ. είναι από το skimag.com

Το Sundance κατάφερε όλα αυτά τα χρόνια με την ομορφιά του αλλά και την αρχιτεκτονική που βασίζεται στο ξύλο και τις ινδιάνικες παραδόσεις να προσελκύει κόσμο όχι μόνο από το κοντινό Provo και τη Γιούτα αλλά απ' όλη την Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο.

Σε χώρους του ορεινού αυτού «καταφυγίου» όπως το «Tree Room» ή το Owl bar, η διακόσμηση περιλαμβάνει και φωτογραφίες από ταινίες του Ρέντφορντ όπως οι «Δύο Ληστές». Ο Redford λέγεται πως ανακάλυψε την βουνίσια αυτή περιοχή ενώ ταξίδευε με την μοτοσυκλέτα του από το πατρικό του σπίτι στην California για το κολέγιο στο Πανεπιστήμιο του Colorado το 1955. Λίγο αργότερα το 1958 παντρεύτηκε ένα κορίτσι από το Provo, όπου η πλειονότητα των κατοίκων είναι Μορμόνοι, τη Λόλα που ήταν η πρώτη του σύζυγος και μητέρα των παιδιών του και το ’61 αγόρασε έναντι τότε 500 δολαρίων, 2 μόλις εκτάρια γης από μία ντόπια οικογένεια κτηνοτρόφων. Λέγεται πως ο Ρέντφορντ ονόμασε την περιοχή Sundance όχι μόνο λόγω του ήρωα της ταινίας «Δύο Ληστές» αλλά και γιατί στο σημείο είναι τόσο καθαρή η ατμόσφαιρα που μοιάζει σαν ο ήλιος να χορεύει πάνω από τις βουνοκορφές.

“Η αλλαγή ήταν αναπόφευκτη. Για πολύ καιρό σκεφτόμουν με την οικογένεια μου να μεταφέρουμε την ιδιοκτησία του resort. Ξέραμε πως στη σωστή στιγμή και με τους σωστούς ανθρώπους θα το κατορθώναμε. Οι Broadreach και Cedar μοιράζονται με εμάς τις ίδιες αξίες όσον αφορά στη διατήρηση της μοναδικής φυσιογνωμίας, της ιστορίας και φυσικής ομορφιάς του Σάντανς», ανέφερε τέλος ο Redford, στην σχετική ανακοίνωση.

*To κείμενο προέρχεται από ανάρτηση του ενημερωτικού portal thebest.gr

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

Ο ρομαντικός "Γητευτής των αλόγων", το βιβλίο φαινόμενο του Νίκολας Έβανς ξανακυκλοφορεί σε νέα επετειακή έκδοση

Την πολύ όμορφη ταινία της Touchstones Pictures είχε σκηνοθετήσει ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ το 1998 κρατώντας και τον βασικό ρόλο του Γητευτή, Τομ Μπούκερ

Ήταν Νοέμβριος του 1995, πριν από 25 χρόνια όταν πρωτοκυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του Νίκολας Έβανς, «The Horse Whisperer – Ο Γητευτής των αλόγων» που ήταν το 1ο του βιβλίο και έφτασε να μεταφραστεί σε 36 γλώσσες και να γίνει το ν.1 μπεστ σέλερ σε 16 χώρες, πουλώντας μέχρι σήμερα περισσότερα από 20 εκατομμύρια αντίτυπα. Στη χώρα μας κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ωκεανίδα, στην Ασημένια σειρά και διαβάστηκε και αγαπήθηκε πολύ.


 

Όπως διαβάσαμε στο σάιτ της εφημερίδας Daily Mail, κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό στην Αγγλία μία σπέσιαλ έκδοση του «Γητευτή» από τις εκδόσεις Sphere με αφορμή την 25ετία του βιβλίου και ο Νίκολας Έβανς που ήταν 43 ετών όταν έγραψε τη συναρπαστική και πρωτότυπη αυτή ιστορία και σε μία δύσκολη προσωπική στιγμή για τον ίδιο με την καριέρα του ως σεναριογράφου να έχει «κολλήσει», τα οικονομικά του να μην είναι καλά και με ένα πρόβλημα υγείας προ των θυρών, μίλησε στη Daily Mail και αποκάλυψε πολλές άγνωστες πτυχές.

Πρωτάκουσε γι’ αυτούς τους ανθρώπους με τις σχεδόν «μυστηριακές» ικανότητες να δαμάζουν άλογα και να «ψιθυρίζουν» στις ψυχές τους από ένα φίλο σ’ ένα καφέ στο Devon. Λίγο μετά ταξιδεύοντας σε New Mexico, Colorado, Καλιφόρνια και εν τέλει Μοντάνα όπου και εκτυλίσσεται η ιστορία του βιβλίου, ο Έβανς είδε από κοντά και ένιωσε τη λεγόμενη Αμερικάνικη Άγρια Δύση, γνώρισε τον Tom Dorrance από το Όρεγκον, τον είδε να «ηρεμεί» ένα άλογο σε φάρμα στην Καλιφόρνια και ο Dorrance που πέθανε το 2003, του μίλησε για τον Ray Hunter κι αυτός με τη σειρά του για τον Buck Brannaman, ταλαντούχο γητευτή αλόγων, συνεχιστή της θαυμαστής αυτής παράδοσης, ο οποίος και ήταν ο τεχνικός σύμβουλος στην ταινία που γυρίστηκε το 1997 και προβλήθηκε με τεράστια επιτυχία το 1998 ενώ διετέλεσε και αντικαταστάτης σε όσες σκηνές χρειάστηκε του Ρόμπερτ Ρέντφορντ που σκηνοθέτησε, ήταν παραγωγός και πρωταγωνίστησε ως ο καουμπόι – γητευτής Τομ Μπούκερ στο φιλμ.


 

Σύμφωνα με το στόρι, ο Τομ Μπούκερ από παιδάκι εξοικειωμένος με τα άλογα και τη φύση, θα βοηθήσει την Άννι Μακ Λιν από τη Νέα Υόρκη (στο ρόλο η Κριστίν Σκοτ Τόμας) που θα φέρει στο ράντσο του στη Μοντάνα την 13χρονη κόρη της, Γκρέις (η Σκάρλετ Γιόχανσον στα πρώτα της βήματα) και το άλογο της, Πίλγκριμ που είχαν ένα φοβερό ατύχημα όταν τους χτύπησε σ’ έναν χιονισμένο επαρχιακό δρόμο ένα φορτηγό αυτοκίνητο.

Το ξεχωριστό στοιχείο που θυμίζει το άρθρο της Daily Mail, είναι πως τα δικαιώματα της νουβέλας του Νίκολας Έβανς πουλήθηκαν το 1995 έχοντας ολοκληρωθεί και γραφτεί μόνο οι 250 σελίδες του βιβλίου. 


 

Ο Βρετανικός Τύπος τότε έκανε λόγο για τον πιο τυχερό συγγραφέα που κάνει το ντεμπούτο του. Οι διεκδικητές ήσαν τρεις, ο Jon Peters, εκ των παραγωγών του «Ανθρώπου της βροχής», η Wendy Finerman του «Φόρεστ Γκαμπ» που εκείνη τη χρονιά, το ’95 είχε σαρώσει στα Όσκαρ και ο Ρέντφορντ, τον οποίο και προτίμησε ο Νίκολας Έβανς εκτιμώντας τη γνώση και αγάπη του ηθοποιού και σκηνοθέτη για τη φύση, την άγρια Δύση και τα άλογα.

«Ήξερα ότι ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ κατοικεί στη Γιούτα, πως είναι και ο ίδιος δεινός ιππέας ενώ πέρα από λαμπρό ηθοποιό, τον εκτιμώ και ως σκηνοθέτη», είπε στη Daily Mail o Έβανς ενώ αποκάλυψε πως η συνάντηση του με τον Ρέντφορντ είχε γίνει υπό άκρα μυστικότητα σ’ ένα ξενοδοχείο στο Πικαντίλι στο Λονδίνο όπου ο Ρέντφορντ είχε διαμείνει ινγκόγνιτο. Στη συνάντηση τους ο Έβανς φρόντισε να φέρει ως δώρο στον αγαπητό Αμερικανό ηθοποιό την α’ έκδοση του βιβλίου «The art οf taming horses H τέχνη της εξημέρωσης των αλόγων» από τον J.S. Ravey, γητευτή των αλόγων της Βασίλισσας Βικτώριας.


 

Ο Έβανς με τη σύζυγο του, Τζένι μετά από πρόσκληση του Ρέντφορντ βρέθηκαν τον Μάιο του ’97 στο Big Timber της Μοντάνα και παρακολούθησαν από κοντά τα γυρίσματα που είχαν αρκετές δυσκολίες όπως οι πολλές ανοιξιάτικες βροχές που είχαν ως συνέπεια να πλημμυρίσει το σετ της ταινίας. Ο Έβανς δεν κρύβει ότι θεώρησε λάθος την απόφαση του Ρέντφορντ ν’ αλλάξει το τραγικό τέλος του βιβλίου, στην ταινία. Μάλιστα είχε προσπαθήσει να κάνει τον Μπομπ Ρέντφορντ ν’ αναθεωρήσει.

«Πολλοί θεατές σε όλο τον κόσμο αγάπησαν το φιλμ και μέσα στα χρόνια που έχουν περάσει, το ξαναείδα και το εκτίμησα περισσότερο και πιστεύω ακράδαντα πως ο Ρέντφορντ έκανε μία υπέροχη δουλειά», ανέφερε ο Νίκολας Έβανς.

Ο Ρέντφορντ πραγματικά αγάπησε το βιβλίο και το ρόλο του γητευτή και όπως είχε πει στον Νίκολας Έβανς, «είναι ένα ρόλος που περίμενα όλη μου τη ζωή».

Και πράγματι η ταινία γοήτευσε και συγκίνησε το παγκόσμιο κοινό ενώ λειτούργησε και η ρομαντική ιστορία με το ειδύλλιο που αναπτύσσεται ανάμεσα σε δύο τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, τον άνθρωπο της φύσης Τομ Μπούκερ και την πολυάσχολη διευθύντρια μεγάλου περιοδικού της Ν. Υόρκης, Άννι Μακ Λιν.


 

Στη φωτ. ο Νίκολας Έβανς (από την ανάρτηση του σάιτ της Daily Mail).

«Η ιστορία μου είχε να κάνει με καλούς ανθρώπους που βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση ν’ αντιμετωπίζουν πόνο και δύσκολες καταστάσεις. Δεν είναι ένα βιβλίο για τα’ άλογα, είναι για μας τους ανθρώπους και πόσο εύκολα μπορούμε να κατρακυλήσουμε στην απόγνωση, να χάσουμε την όρεξη για τη ζωή και να “χαθούμε”, και πως αν είμαστε τυχεροί, μία αγνή, χωρίς εγωισμό αγάπη κι ένα νέο περιβάλλον μπορούν πραγματικά να μας σώσουν», ανέφερε ο Έβανς που μετά την επιτυχία του «Γητευτή των αλόγων» έβγαλε κι άλλα βιβλία όπως την «Παγίδα» και το «Πιο δυνατός κι από τη φωτιά».

Η ταινία του Ρόμπερτ Ρέντφορντ προτάθηκε για την Golden Globe – Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας και για το Όσκαρ καλύτερου τραγουδιού για την κάντρι μπαλάντα της Άλισον Μούρερ «A Soft place to fall». 

 


Η ταινία έλαβε στην πλειονότητα της καλές κριτικές και την λάτρεψε το κοινό. Μόνη ίσως αιχμή που εκφράστηκε από ορισμένους ήταν ότι ο Ρέντφορντ στα 61 του χρόνια τότε, θύμιζε λίγο τη διαφήμιση του Μάλμπορο και πως φύλαξε κολακευτικά πλάνα για τον ίδιο με τον ήλιο να «χρυσίζει» από το πίσω μέρος τα ξανθά μαλλιά του.

Στην Ελλάδα ο «Γητευτής των αλόγων» έκοψε περισσότερα από 300.000 εισιτήρια στην πρώτη προβολή του (τέλη Νοεμβρίου του 1998), στη Γαλλία έκανε ρεκόρ πλησιάζοντας τα 3 εκατομμύρια εισιτήρια ξεπερνώντας και το «Πέρα από την Αφρική» ενώ στις ΗΠΑ οι εισπράξεις ήταν επίσης πολύ καλές φτάνοντας τα 80 και πλέον εκατομμύρια δολάρια.


 

Την εξαιρετική διεύθυνση φωτογραφίας είχε αναλάβει ο Ρόμπερτ Ρίτσαρντσον ενώ στο φιλμ έπαιζαν ακόμα οι Κρις Κούπερ, Σαμ Νιλ και η Νταιάν Γουίστ.

Στην Πάτρα ο «Γητευτής» είχε προβληθεί στην μεγάλη αίθουσα του Πάνθεον.   

*To άρθρο προέρχεται από ανάρτηση του ενημερωτικού σάιτ thebest.gr